αγιογραφία

αγιογραφία
Ιδιαίτερος κλάδος της ζωγραφικής, του οποίου αποκλειστικό θέμα είναι η ιστόρηση (εικονογράφηση) αγίων προσώπων του χριστιανισμού και θρησκευτικών γενικών παραστάσεων, με προκαθορισμένο τρόπο τεχνικής. Η α. χρησιμοποιείται για την εικονογράφηση του εσωτερικού εκκλησιών, τη διακόσμηση εκκλησιαστικών βιβλίων και την κατασκευή φορητών εικόνων. Η α. χωρίζεται σε διάφορες περιόδους, με κυριότερες την παλαιοχριστιανική και τη βυζαντινή. Η παλαιοχριστιανική, στα πρώτα της βήματα, περιοριζόταν στην απεικόνιση του Ιησού και, σε δεύτερο λόγο, της Θεοτόκου. Δείγματά της υπάρχουν κυρίως σε σπήλαια και σε κατακόμβες, και περιλαμβάνουν και αλληγορικές α., όπως του Χριστού Αμνού, Καλού Ποιμένα και Ιχθύος (ΙΧΘΥΣ = Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ). Εικονίζονται επίσης, νεκροί που προσεύχονται στον Θεό, περιστέρια, παγόνια, ελάφια, λύρες, στεφάνια, άγκυρες κ.ά., καθώς και σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, που έχουν πάντοτε συμβολική έννοια, σχετική με τον θάνατο, τη μέλλουσα ζωή, τη σωτηρία της ψυχής και τη μακαριότητα του παραδείσου. Η βυζαντινή περίοδος χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι η α. είναι πια αυτοτελής και ιδιόμορφη τέχνη, που στηρίζεται σε ορισμένους κανόνες. Η εικονομαχία, που είχε ουσιαστικά πολιτικοκοινωνικά κίνητρα, ανέκοψε για μια εποχή την άνοδο της α., αλλά μετά τη λήξη του διωγμού των εικόνων, η τέχνη της εικονογράφησης εκκλησιών γνώρισε νέα ακμή, ιδιαίτερα από τον 10o έως τον 12ο αι. Στην περίοδο αυτή η α. πήρε δογματικότερο ακόμα χαρακτήρα. Κυριαρχεί η απεικόνιση του Ιησού ως Παντοκράτορα, περιστοιχισμένου από χορούς αγγέλων και τους προφήτες. Ιδιαίτερη φροντίδα δείχνουν οι αγιογράφοι και στην απεικόνιση των Ευαγγελιστών. Αξιοσημείωτο είναι ότι στην αψίδα του ιερού, όπου συνήθως ζωγράφιζαν τον Χριστό, από τον 9o αι. ζωγράφιζαν τη Θεοτόκο ως Πλατυτέρα, ανάμεσα στους αρχαγγέλους Γαβριήλ και Μιχαήλ. Κάτω από την Πλατυτέρα ζωγράφιζαν παλαιότερα τους Αποστόλους, έπειτα όμως προτιμούσαν τους Τρεις Ιεράρχες ή και περισσότερους αγίους. Στα διάφορα άλλα τμήματα του ναού, ζωγράφιζαν σκηνές από τον βίο του Ιησού και της Θεοτόκου καθώς και αγίων, με ιδιαίτερη προτίμηση εκείνου, το όνομα του οποίου έχει ο ναός. Στα τέλη του 13ου αι. η βυζαντινή α. κυριάρχησε και στην Ιταλία, όπου πολλοί ναοί έχουν ιστορηθεί με τη βυζαντινή τεχνοτροπία, είτε από βυζαντινούς καλλιτέχνες, είτε από Ιταλούς που υιοθέτησαν τη βυζαντινή τεχνοτροπία. Σταθμό στην ιστορία της α. αποτελεί το έργο του Τσιμαμπούε, που επεδίωξε να αμβλύνει τον εξωγήινο χαρακτήρα της α., χωρίς ωστόσο να αποκόψει τους δεσμούς με τη βυζαντινή παράδοση. Εκείνος που πέτυχε στην προσπάθεια να συνδυάσει τη στοχαστικότητα και τον ασκητικό χαρακτήρα της βυζαντινής α. με την πραγματικότητα του φυσικού κόσμου, ήταν ο Τζιότο, που με διάφορες καινοτομίες έδωσε στην α. νέα κατεύθυνση, την οποία ακολούθησε τελικά η δυτική τέχνη. Αντίθετα, η βυζαντινή α. παρέμεινε αναλλοίωτη έως το 15ο αι. Μετά την πτώση του Βυζαντίου, η α. εξακολουθεί να ακμάζει με την υιοθέτηση της λεγόμενης νεοβυζαντινής τεχνοτροπίας, που οροθετεί μια νέα εποχή στην τέχνη, γνωστή ως νεοβυζαντινή περίοδος. Η τεχνική της διατυπώθηκε σε διάφορα χειρόγραφα σημειώματα α., όπως η Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης, που αποδίδεται στον αγιογράφο Διονύσιο από τα Άγραφα. Η Ερμηνεία, γραμμένη στις αρχές του 18ου αι., περιέχει οδηγίες για την παρασκευή των χρωμάτων και την κατασκευή των α. σε τοίχους ή σε σανίδες, κατά τη μεθοδολογία των αγιογράφων του Αγίου Όρους. Κορυφαίοι αγιογράφοι της περιόδου αυτής θεωρούνται οι Μιχαήλ Δαμασκηνός, Εμμανουήλ Τζανφουρνάρης, Θεοφάνης, Τζάνες ο γνωστός και ως Μπουναλής, Θεόδωρος Πουλάκης, Φιλόθεος Σκούφος, Βίκτωρ, Στέφανος Τζανγκαρόλα κ.ά. Η παράδοσή τους συνεχίζεται έως τις ημέρες μας και έχει να επιδείξει αρκετά αξιόλογα έργα. Αγιογραφία του 1259, με βυζαντινή επίδραση (Μοναστήρι Μπογιάνας, Βουλγαρία). Λεπτομέρεια από την αγιογραφία «Ο Θρήνος» του 14ου αι. (Ναός της Περιβλέπτου, Μιστράς). Η αγιογραφία «Η βάπτιση» (Ναός της Περιβλέπτου, Μιστράς). Η αγιογραφία «Ο Μυστικός Δείπνος» (Ναός της Περιβλέπτου, Μιστράς).
* * *
η [αγιογράφος]
1. εικόνα αγίου ή χριστιανική γενικά παράσταση σε φορητή εικόνα ή τοίχο ναού
2. η τέχνη τού αγιογράφου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αγιογραφία — η 1. ητέχνη του αγιογράφου. 2. η εικόνα ιερών προσώπων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Άγιον Όρος ή Άθως — Πολιτεία μοναχών (2.262 κάτ.) που άνθησε ιδιαίτερα στους βυζαντινούς χρόνους. Το Ά.Ό. είναι βουνό με άφθονα δάση (2.033 μ.), στη νότια άκρη της ανατολικής χερσονήσου της Χαλκιδικής, από το οποίο ονομάστηκε έτσι και η χερσόνησος (332,5 τ. χλμ.).… …   Dictionary of Greek

  • Αιθιοπία — Κράτος της ανατολικής Αφρικής.Συνορεύει στα Β και στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Κένυα, στα ΝΑ με τη Σομαλία και στα ΒΑ με το Τζιμπουτί και την Ερυθραία.Μετά την απόσπαση της Ερυθραίας (1993), η Α. (αιθιοπ. Γιατγιόπια Μανγκουίστ) δεν έχει πλέον …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Βυζάντιο) — Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ Για τους περισσότερους ανθρώπους το Βυζάντιο αντιπροσωπεύει ένα κράτος που επέζησε για σχεδόν 1.200 χρόνια και συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του χριστιανισμού και στη διαφύλαξη του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πνεύματος. Για… …   Dictionary of Greek

  • Κόντογλου, Φώτης — (Αϊβαλί, Μικρά Ασία 1897 – Αθήνα 1965). Ζωγράφος και λογοτέχνης. Ξεκίνησε τις σπουδές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, τις οποίες όμως εγκατέλειψε για να σπουδάσει ζωγραφική στο Παρίσι, αφού πρώτα διέμεινε για ένα μικρό χρονικό διάστημα στην… …   Dictionary of Greek

  • Λεμπέσης, Πολυχρόνης — (Σαλαμίνα 1848 – Αθήνα 1913). Ζωγράφος. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών και συμπλήρωσε την εκπαίδευσή του στην Ακαδημία του Μονάχου. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα έζησε και εργάστηκε κυρίως στη Σαλαμίνα και στον Πειραιά. Παρά την καλλιτεχνική αξία… …   Dictionary of Greek

  • Ορθόδοξη Εκκλησία — Ονομασία με την οποία χαρακτηρίζονται οι ανατολικές χριστιανικές κοινότητες, που ύστερα από μακρές αντιθέσεις, χωρίστηκαν από τη Ρώμη μετά το σχίσμα (11ος αι.), προπάντων γιατί ήταν αντίθετες στο θέμα του πρωτείου του πάπα σε όλο τον χριστιανικό… …   Dictionary of Greek

  • Hagiography — (  /ˌhæɡ …   Wikipedia

  • Танах — Заглавная страница Ленинградского кодекса Танаха (1008 год) …   Википедия

  • -γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”